ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ :: ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ::

Οδηγούμε το νέο Mini John Cooper Works

Παρουσίαση στο Ελληνικό         ..:: Παρασκευή, 22 Μαϊου 2015 ::..


Με την ευκαιρία του πρόσφατου λανσαρίσματος του νέου Mini John Cooper Works, η ελληνική αντιπροσωπεία οργάνωσε μία εκδήλωση στις εγκαταστάσεις της Driving Academy στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού για 400 πελάτες και φίλους της μάρκας, δίνοντάς τους την ευκαιρία να οδηγήσουν στην πίστα το αυτοκίνητο μαζί με τα υπάρχοντα Countryman και Paceman John Cooper Works, υπό την καθοδήγηση επαγγελματιών εκπαιδευτών. Αυτή ήταν μια καλή ευκαιρία για να οδηγήσουν το αυτοκίνητο και οι δημοσιογράφοι, που αποτέλεσαν το πρώτο γκρουπ με το οποίο ξεκίνησε η εκδήλωση. Ήταν μια καλή ευκαιρία για να ξαναθυμηθούμε τα JCW Countryman και Paceman και φυσικά για να οδηγήσουμε το νέο Mini JCW, το ισχυρότερο μοντέλο παραγωγής που κατασκεύασε ποτέ η μάρκα, με το νέο δίλιτρο υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα τον 231 ίππων. Το αυτοκίνητο προσφέρεται ήδη στην ελληνική αγορά, με τιμή που ξεκινάει από τα 30.250 ευρώ χωρίς απόσυρση (28.150 ευρώ με απόσυρση).


Το όνομα John Cooper Works (JCW σε συντομογραφία) είναι πλέον στενά συνδεδεμένο με το Mini και κυρίως με τις εκδόσεις υψηλών επιδόσεων και τη σπορ παράδοση της εταιρείας. Πρόκειται για τη βρετανική εταιρεία βελτιώσεων την οποία ίδρυσε το 2000 ο Μάικλ Κούπερ, γιος του Τζον Κούπερ που δημιούργησε το πρώτο Mini Cooper το 1961. Η εταιρεία αποτελεί από το 2008 θυγατρική της BMW και κατασκευάζει κιτ βελτιώσεων και αξεσουάρ για τα Mini, δημιουργώντας και τις ομώνυμες εκδόσεις επιδόσεων για όλα τα μοντέλα της Mini, σαν τις σπορ εκδόσεις υψηλών επιδόσεων που χαρακτηρίζονται με το γράμμα «Μ» στη γκάμα της BMW. Το νέο Mini απέκτησε, λοιπόν, πρόσφατα τη δική του έκδοση JCW, που χρησιμοποιεί τον ισχυρότερο κινητήρα που έχει μπει ποτέ σε Mini, ένα 4κύλινδρο 2λιτρο τούρμπο με 231 ίππους, ισχύ αυξημένη κατά 10% σε σχέση με αυτή του 1.6 του αντίστοιχου μοντέλου της προηγούμενης γενιάς, ροπή αυξημένη κατά 23%, αλλά μειωμένη κατανάλωση και φυσικά μειωμένες εκπομπές CO2.

Το νέο μοντέλο έχει και τις -απαραίτητες σε κάθε έκδοση JCW- σχεδιαστικές λεπτομέρειες εσωτερικά κι εξωτερικά, που τονίζουν το σπορ χαρακτήρα του, αλλά και βελτιώνουν την αεροδυναμική του (όπως π.χ. ειδική εμπρός «ποδιά», πίσω αεροτομή, ειδική σχεδίαση των «μαρσπιέ κλπ.). Από εκεί και πέρα, όμως, έχει και πολλές σημαντικές βελτιώσεις στα μηχανικά μέρη, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις που δημιουργεί ο πανίσχυρος κινητήρας (η εταιρεία αναφέρει επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα σε 6,3'' με το 6άρι χειροκίνητο κιβώτιο ή σε 6,1'' με το 6άρι αυτόματο). Έτσι, οι αναρτήσεις έχουν εναρμονιστεί με τις απαιτήσεις αυτής της ισχύος, υπάρχει ειδικό ενισχυμένο σύστημα φρένων από τη Brembo, οι τροχοί με τις ειδικά σχεδιασμένες ζάντες ελαφρού κράματος είναι 17'', ενώ το σύστημα ελέγχου ευστάθειας έχει και λειτουργία ηλεκτρονικού μπλοκέ διαφορικού.




Στην πίστα της Driving Academy (που έχει δημιουργηθεί με κορύνες στο Ελληνικό) είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε κατ' αρχάς κάποιες ασκήσεις (σλάλομ, αποφυγή εμποδίου κλπ.) με το Paceman JCW που είχαμε πάρει πρόσφατα για δοκιμή (το σχετικό άρθρο θα δημοσιευθεί σύντομα), για να ξαναθυμηθούμε την απόλαυση και την ακρίβεια στους χειρισμούς που προσφέρει το εξαιρετικό «πλαίσιο», με τη βοήθεια και της τετρακίνησης και του πολύ καλού τιμονιού. Όπως και να το κάνουμε, όμως, το Paceman, όπως και το Countryman, είναι μεγαλύτερα, ψηλότερα και βαρύτερα από το... κανονικό 3θυρο Mini και -ενώ είναι απολαυστικά στην οδήγηση- δεν μπορούν να προσφέρουν την αίσθηση καρτ που προσφέρει εκείνο, παρά την αύξηση του μεγέθους του στη νέα γενιά του. Ενώ η έκδοση JCW έχει βέβαια και τον νέο ισχυρότερο κινητήρα, που ενισχύει ακόμα περισσότερο το σπορ χαρακτήρα του αυτοκινήτου και αυξάνει την απόλαυση της οδήγησης του, ιδιαίτερα στο ελεγχόμενο περιβάλλον της πίστας, όπου οδηγείς χωρίς το άγχος της κυκλοφορίας.

Σ' αυτό το περιβάλλον, κάνοντας μερικούς γύρους πίσω από τον εκπαιδευτή της Mini σε... όλο και αυξανόμενο ρυθμό, εκτιμήσαμε ιδιαίτερα τη δύναμη και τα λειτουργικά χαρακτηριστικά του νέου 2λιτρου κινητήρα, που προσφέρει στο αυτοκίνητο, επιδόσεις αντάξιες μιας καθαρόαιμης σπορ κατασκευής, ενώ το αυτόματο κιβώτιο που είχε το αυτοκίνητό «μας» ήταν γρήγορο και σωστά κλιμακωμένο, με τις αλλαγές να γίνονται εκεί που πρέπει και όσο γρήγορα χρειάζεται στη θέση «σπορ» που είχαμε -φυσικά- επιλέξει στο σύστημα επιλογής τρόπου οδήγησης. Τα φρένα είναι πολύ καλά και-κυρίως- με πολύ καλή αίσθηση, κάτι ακόμα πιο απαραίτητο σ' ένα σπορ αυτοκίνητο, ενώ το κράτημα και η ακρίβεια της συμπεριφοράς είναι υποδειγματικά. Σημειωτέον, μάλιστα, ότι επειδή δεν πρόκειται για κανονική πίστα αγώνων, η ολισθηρότητα της επιφάνειας που κινηθήκαμε ήταν πολύ πιο κοντά στην κατάσταση ενός δημόσιου δρόμου, παρά σ' αυτήν μιας πίστας. Οπότε και η συμπεριφορά του αυτοκινήτου ήταν αυτή που θα έχει και στο δρόμο, κάτι που ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τη θετική εικόνα που σχηματίσαμε. Είναι από τα λίγα αυτοκίνητα παραγωγής που όταν βγαίνεις απ' αυτό σκέφτεσαι «να 'ταν κι άλλο!» κι αυτό τα λέει όλα για την απόλαυση που προσφέρει, χωρίς μάλιστα να είναι μια εξωπραγματικά ακριβή κατασκευή που να κοστίζει πολλές δεκάδες χιλιάδες ευρώ.

Πάνος Φιλιππακόπουλος


  UP